Γιατί το 2009 δεν είναι 1999

Το καλοκαίρι του 2009 το ΠΑΣΟΚ έχει κερδίσει τις ευρωεκλογές με διαφορά 4,5%  και προηγείται στις δημοσκοπήσεις ενώ η εκλογή προέδρου της δημοκρατίας είναι την ερχόμενη άνοιξη. Ακριβώς πρίν από δέκα χρόνια, το 1999, ήταν η ΝΔ που είχε κερδίσει τις ευρωεκλογές με 3,1%. Τότε, είχε κάποιο προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις και η εκλογή του ΠτΔ απείχε, όπως τώρα, και πάλι μερικούς μήνες.

Φαινομενικά οι δυό συγκυρίες είναι πανομοιότυπες. Ωστόσο, υπάρχουν τουλάχιστον τρία στοιχεία που συντείνουν στη διαπίστωση ότι, παρότι παρεμφερείς ως πολιτικές διαδρομές πρός τις εθνικές εκλογές, η κατάληξή αυτή τη φορά θα είναι διαφορετική.

Πρώτον: Η σύγκριση της στάσης της σημερινής και της τότε αντιπολίτευσης απέναντι στο ενδεχόμενο χρήσης της δυνατότητας του Συντάγματος για πρόκληση εκλογών εξαιτίας της αποτυχίας εκλογής από την Βουλή του ΠτΔ. Το ΠΑΣΟΚ το 2009 έχει έγκαιρα και σαφώς ξεκαθαρίσει τι και γιατί θα πράξει. Έχει επανειλημένα, ήδη πρίν από τις ευρωεκλογές, δηλώσει ότι θα στηρίξει τον Κάρολο Παπούλια, εφόσον το επιθυμεί, για μια δεύτερη θητεία αλλά μόνον αφού προηγηθούν εκλογές με οποιονδήποτε τρόπο έως το Μάρτιο του 2010.

Αντίθετα, το καλοκαίρι του 1999 η στάση του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κ. Καραμανλή ήταν αρκετά διαφορετική. Ενώ το συνταγματικό όριο της διεξαγωγής εκλογών το καλοκαρι του 1999 ήταν, έτσι και αλλιώς, βραχύτερο από το σημερινό, ο Καραμανλής δεν άνοιξε τα χαρτιά του για το άν θα στηρίξει ή όχι τον Στεφανόπουλο παρά μόνο στα τέλη Δεκεμβρίου και υπό το φώς αποθαρρυντικών για το κόμμα του δημοσκοπήσεων.

Δεύτερον: Η σύγκριση των κυβερνητικών πεπραγμένων και των προσδοκιών του εκλογικού σώματος από κυβέρνηση και αντιπολίτευση το 1999 και το 2009 αντίστοιχα. Το 1999 η χώρα είχε διεθνές κύρος, υπήρχε ο εθνικός στόχος της ένταξης στην ΟΝΕ και το όραμα της πραγματικής σύγκλισης, υπήρχαν μεγάλα έργα υποδομών σε εξέλιξη, η προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων, η διαπραγμάτευση για την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. Η αντιπαραβολή των πιο πάνω με την σημερινή κατάσταση είναι καταλυτική καθώς ίσως η κεντρική αιτία όλων των αδυναμιών και προβλημάτων από τη διακυβέρνηση της ΝΔ να είναι ότι ποτέ δεν είχε κάποιο εθνικό στόχο και ένα συνεκτικό σχέδιο για να υλοποιήσει. Σε αντιδιαστολή με τη ΝΔ του 1999, το ΠΑΣΟΚ του 2009 έχει από καιρό καταθέσει το σχέδιό του για τη χώρα το οποίο τίθεται σε διαρκή επεξεργασία και διαβούλευση για την περαιτέρω εμβάθυνσή του.

Τρίτον: Η σύγκριση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ως κόμματα. Η ΝΔ είναι κόμμα παλαιότερης γενιάς. Η επικοινωνιακή πολιτική έχει διαχρονικά, από την εποχή του Σπηλιώτοπουλου έως την περίοδο Ρουσόπουλου αλλά και μετά, την πρωτοκαθεδρία στις αποφάσεις. Ιδιαίτερη ιδεολογική επεξεργασία, σύνθεση απόψεων και ενδιαφέρουσες διεργασίες στα πέριξ του χώρου της κεντροδεξιάς απουσιάζουν. Από την άλλη, το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου από το 2004, όχι χωρίς λάθη και επίπονες διαδικασίες, έχει προχωρήσει από την αυτοκριτική, στην ανασυγκρότησή και την παραγωγή προοδευτικής πολιτικής. Έχει δημιουργήσει θεσμούς και πρακτικές που σύμφωνα με νέους ευρωπαίους πολιτικούς όπως ο ΥΠΕΞ της Μ.Βρετανίας David Miliband, αποτελούν παράδειγμα πρός μίμηση και σημείο αναφοράς στην προσπάθεια διεξόδου από την κακοδαιμονία και άλλων σοσιαλιστικών κομμάτων.

Αν βλέπαμε κάθε πρόβλημα ώς ευκαιρία

Αν κάθε προβλήμα με δημόσιο ενδιαφέρον το αντιμετωπίζαμε ως μια ευκαιρία ανεύρεσης καλύτερων λύσεων με τη συμβολή εκείνων που άμμεσα ή έμμεσα αφορά, τότε ίσως κάποια στιγμή κάνουμε κάποια βήματα μακριά από την πολιτική κακοδαιμονία που μας στοιχειώνει.

Το θέμα των δημοσκοπήσεων, μας αρέσει – δεν μας αρέσει, έχει τη σημασία του για την ποιότητα της δημόσιας ζωής στην εποχή της μεταδημοκρατίας και αφορά όλους τους βασικούς παίκτες του συστήματος πολιτικής επικοινωνίας της χώρας μας:

  • Οι Κυβερνήσεις, τα κόμματα και οι πολιτικοί τις συμβουλεύονται για να χαράξουν το σχεδιασμό της στρατηγικής τους και με βάσει αυτές ελέγχουν ανά πάσα στιγμή την ορθότητα επί μέρους κινήσεων και πρωτοβουλιών τους
  • Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης θα έπρεπε να  τις χρησιμοποιούν περισσότερο για την πληθώρα των ευρημάτων με τα οποία οι έρευνες μπορούν να τεκμηριώσουν διαφορετικές όψεις των θεμάτων της επικαιρότητας παρά ως ένα, μάλλον περιορισμένης αποτελεσματικότητας, εργαλείο προπαγάνδας για τη χειραγαγώγηση της κοινής γνώμης.
  • Οι πολίτες αποκτούν ένα μέτρο σύγκρισης των ατομικών τους απόψεων για το α’ ή β’ θέμα με την κοινή γνώμη και ανάλογα μπορεί είτε να ενισχύσουν την δική τους γνώμη, είτε να βρούν αφορμή να την επανεξετάσουν ή ακόμα και μείνουν παγερά αδιάφοροι.

Η επαναφορά της απαγόρευσης δημοσιοποίησης των δημοσκοπήσεων 15 ημέρες πρίν την διενέργεια των εκλογών είναι λάθος. Όχι τόσο για το ίδιο το περιεχόμενο της ρύθμισης που υπό άλλες συνθήκες, αν και προσωπικά διαφωνώ, θα μπορούσε να αποδειχθεί σωστό. Όσο για τον τρόπο με τον οποίο επιβάλλεται. Χωρίς καμία απολύτως διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης αυτή η ρύθμιση δηλώνει προχειρότητα, βιασύνη και σκοπιμότητα. Από τη θέση της κυβέρνησης είναι φανερό πως στο σκεπτικό της απόφασης τεκμαίρουν, με ισχυρή δόση αυθαιρεσίας, τη συναίνεση όλων των εμπλεκομένων μερών.

Το μόνο σίγουρο είναι πως κάποια στιγμή το θέμα πρέπει να τεθεί σε δημόσια ανοικτή διαβούλευση.  Τότε με διαφάνεια όλοι οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να έχουν την άνεση του χρόνου για να διατυπώσουν τεκμηριωμένες απόψεις  πρός όποια κατεύθυνση κρίνουν.