5 λόγοι για να γίνει debate

Κατά τη συζήτηση στη Βουλή για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση ο Αλέξης Τσίπρας προκάλεσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε τηλεοπτικό διάλογο για τη συμφωνία των Πρεσπών. Η ΝΔ αρνείται ένα τέτοιο debate σε αυτή τη χρονική συγκυρία και παραπέμπει στην προεκλογική περίοδο. Εδω υποστηρίζω ότι υπάρχουν τουλάχιστον 5 λόγοι για τους οποίους είναι καλό για τους πολίτες, τους θεσμούς, την εξυγίανση του δημόσιου διαλόγου να γίνει αυτό το debate:

  1. Όσο και να έχει φθαρεί η τηλεόραση, παραμένει ένα υπέροχο μέσο μαζικής ενημέρωσης του κοινού και ένα πρόγραμμα δομημένου διαλόγου όπως το ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών για ένα κορυφαίο ζήτημα εξωτερικής πολιτικής θα βοηθήσει τον κόσμο να σχηματίσει πιο ολοκληρωμένη άποψη
  2. Πράγματι τα debates των πολιτικών αρχηγών είθισται να διεξάγονται σε προεκλογική περίοδο, καιρός είναι να θεσμοθετηθούν ως συχνότερος μηχανισμός δημόσιας λογοδοσίας σε μη προεκλογική περίοδο
  3. Όλοι συμφωνούν ότι η μορφή διεξαγωγής των προεκλογικών debates προσφέρει ελάχιστες γνώσεις και συγκινήσεις αλλά άφθονα χασμουρητά. Τα κομματικά επιτελεία στη χώρα μας είναι κατά κανόνα συντηρητικά και διστάζουν να υιοθετήσουν ένα πιο ζωντανό αντιπαραθετικό μοντέλο συζήτησης όπως π.χ σε Βρετανία, Γαλλία, Αμερική υπό το καθεστώς φόβου λίγες μέρες πριν την κάλπη. Τώρα που δεν βρισκόμαστε σε αμιγώς προεκλογική περίοδο είναι ευκαιρία να αλλάξει και αυτό.
  4. Να γίνουν δυο debates. Ένα στο ΣΚΑΙ με τον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ένα στην ΕΡΤ με όλους τους πολιτικούς αρχηγούς των δημοκρατικών κομμάτων. Επιτέλους να τελειώσουμε με την ντροπή του εμπάργκο.
  5. Η τελευταία φορά που θυμάμαι ηγέτη να αποφεύγει τηλεοπτική αντιπαράθεση με τον πολιτικό του αντίπαλο ήταν η περίπτωση άρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, με την τότε ΝΔ  να το εκμεταλλεύεται δημιουργώντας το διαφημιστικό με την αδειανή καρέκλα. Αυτή η αντιστροφή είναι ειρωνεία για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Η Μέρκελ ως… Φαρλάκαινα

Η επίσκεψη Μέρκελ στην Αθήνα και η συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα έχουν προκαλέσει ένα κύμα αντιδράσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με προφανή στόχο τη μείωση της αξίας που θα πιστωθεί η κυβέρνηση σε μια εξαιρετικά δύσκολη για εκείνη συγκυρία. Τον τόνο των αντιδράσεων έδωσε ένα βίντεο της Νέας Δημοκρατίας που παρουσιάζει αποσπάσματα από παλαιότερες δηλώσεις των Τσίπρα και Καμμένου για την καγκελάριο οι οποίες είναι σε πλήρη διάσταση 180 μοιρών με το σημερινό κλίμα. Η συνέχεια δόθηκε σε facebook και twitter όπου έγινε τρολ πάρτι με φωτογραφίες Τσίπρα και Μέρκελ συνοδεία επινοημένων μεταξύ τους διαλόγων. Η σατιρική αξία των περισσότερων είναι περιορισμένη. Δεν βγάζουν ιδιαίτερο γέλιο γιατί εκπέμπουν έντονα φθόνο και μνησικακία.  Αφήστε για λίγο στην άκρη το πως βρέθηκε σε αυτή τη θέση και σκεφτείτε: πόσοι πρωθυπουργοί από το 2009 έως σήμερα θα επιθυμούσαν να βρίσκονταν εκείνοι στην ευχάριστη θέση να τους απονέμει τα εύσημα ο πιό ισχυρός ηγέτης της Ευρώπης για την ολοκλήρωση των μνημονίων και τη συμβολή στην επίλυση ενός θέματος όπως το Μακεδονικό; Όλοι θα το ήθελαν.

Υπάρχει μια σκηνή της έργου του Δημήτρη Ψαθά  “Ξύπνα Βασίλη” της γνωστής ελληνικής ταινίας του 1969 όπου ο Αλέκος Αλεξανδράκης –  νυν πλούσιος επιχειρηματίας και πρώην αριστερός στο έργο – διαγωνίζεται σε ανταλλαγή φιλοφρονήσεων με την Τασσώ Καββαδία – πρώην μισητή εργοδότρια και νυν επικερδή συνεταίρο του. Πάντα σας εκτιμούσα κ. Φαρλάκου από τη μια, ω μα η δική μου εκτίμηση είναι μεγαλύτερη του απαντούσε η Φαρλάκου μπροστά στα μάτια του άτυχου Γιώργου Κωνσταντίνου που ξανακύλισε στην τρέλα. Πόσο γέλιο θα είχε ένα βίντεο με αυτή τη σκηνή με τον Τσίπρα στο σώμα του Αλεξανδράκη και τη Μέρκελ στο σώμα της Φαρλάκαινας. Για τον σαλταρισμένο Γιώργο Κωνσταντίνου δυσκολεύομαι να επιλέξω πρόσωπο. Πολλοί οι μνηστήρες του ρόλου.

DEMOCRACY INDEX 2018: Η υποχώρηση της δημοκρατίας στην Ελλάδα

Ο Δείκτης Δημοκρατίας του Economist Intelligence Unit που μόλις δημοσιεύτηκε για το 2018 δίνει μια συνοπτική εικόνα για την κατάσταση της δημοκρατίας για 165 χώρες του κόσμου. Ο δείκτης διακρίνει τα καθεστώτα σε πέντε τύπους. Τις πλήρεις δημοκρατίες – στις οποίες η Ελλάδα ανήκε έως το 2008 – τις ελαττωματικές δημοκρατίες  στις οποίες από το 2010 συγκαταλέγεται και η Ελλάδα- τα υβριδικά καθεστώτα και τέλος τα αυταρχικά. Πρόκειται για ένα σύνθετο δείκτη αποτελούμενο από 5 κατηγορίες: εκλογική διαδικασία και πλουραλισμός, πολιτικές ελευθερίες, λειτουργία της διακυβέρνησης, πολιτική συμμετοχή, και πολιτική κουλτούρα.

Σύμφωνα με την έκθεση η κατάσταση της δημοκρατίας στον πλανήτη επιδεινώνονταν σταθερά τα τρία τελευταία χρόνια. Το 2018 η υποχώρηση της δημοκρατίας ανακόπτεται χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σημειώνεται πρόοδος σε παγκόσμια κλίμακα.  Στη Δυτική Ευρώπη, ωστόσο, ο Δείκτης Δημοκρατίας μειώθηκε κατά τι για τρίτη συνεχή χρονιά στο 8,35 από το 8,38 του 2017. Μόνο τρεις χώρες βελτίωσαν τη βαθμολογία τους στην Ευρώπη: Φινλανδία, Γερμανία και Μάλτα. Τρεις χώρες σημείωσαν χειρότερη επίδοση από πέρυσι: Τουρκία, Ιταλία και Αυστρία. Για άλλη μια φορά καμία από τις χώρες που συγκαταλέγονται στις ελαττωματικές δημοκρατίες: Ιταλία, Πορτογαλία, Γαλλία, Βέλγιο, Κύπρος και Ελλάδα δεν κατάφεραν να ανέβουν στην κατηγορία των πλήρως δημοκρατικών χωρών.

Με τη βαθμολογία της στο 7,29 η Ελλάδα βρίσκεται στην 20η θέση στις 21 χώρες της Δυτικής Ευρώπης, μπροστά μόνο από το υβριδικό καθεστώς της Τουρκίας, και στην 39η σε σύνολο 165 χωρών. Τι σημαίνει ότι η δημοκρατία είναι ελαττωματική; Σύμφωνα με τον ορισμό του Economist Intelligence Unit:

“Αυτές οι χώρες έχουν όπως και οι πλήρεις δημοκρατίες ελεύθερες και δίκαιες εκλογές και, παρά την ύπαρξη προβλημάτων (όπως παραβιάσεις της ελευθερίας των ΜΜΕ), οι βασικές πολιτικές ελευθερίες είναι σεβαστές. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές αδυναμίες σε άλλες όψεις της δημοκρατίας που συμπεριλαμβάνουν προβλήματα στη διακυβέρνηση, μια υπανάπτυκτη πολιτική κουλτούρα και χαμηλά επίπεδα πολιτικής συμμετοχής.”

Αν ο παραπάνω ορισμός ακούγεται να περιγράφει πιστά τη χώρα μας είναι γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει. Είναι ανησυχητική η βαθμολογία του 7,29 για την ποιότητα της Δημοκρατίας στην Ελλάδα;  Χωρίς αμφιβολία ναι. Το γεγονός ότι μαζί με εμάς βρίσκονται στην κατηγορία των “ελαττωματικών δημοκρατιών” εμβληματικές χώρες των δημοκρατικών ελευθεριών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού όπως οι ΗΠΑ με 7,96 και η Γαλλία με 7,80 δεν αποτελεί άλλοθι εφησυχασμού.

Η μεγαλύτερη πτώση στους επιμέρους δείκτες αφορά στη λειτουργία της διακυβέρνησης. Το 2006 η Ελλάδα είχε 7,50 στο σχετικό δείκτη ενω σήμερα μόλις 5,36. Η υποχώρηση οφείλεται κυρίως στις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και του καθεστώτος των μνημονίων στη δημοκρατική διακυβέρνηση. Το γεγονός ότι ξένες δυνάμεις, οι δανειστές εν προκειμένω, καθορίζουν σημαντικές κυβερνητικές λειτουργίες και πολιτικές επιβάλλοντας στη χώρα κάποια χαρακτηριστικά προτεκτοράτου συνυπολογίζεται στη βαθμολογία. Το ίδιο ισχύει και για την απουσία ουσιαστικών μηχανισμών λογοδοσίας, την έλλειψη διαφάνειας και ανοιχτότητας, τη διάχυτη διαφορά, την απροθυμία και το έλλειμμα ικανότητας της δημόσιας διοίκησης να εφαρμόσει δημόσιες πολιτικές, την κατάρρευση της εμπιστοσύνης των πολιτών στην κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα και τη δημόσια αντίληψη του βαθμού ελευθερίας των πολιτών να επιλέξουν και να ελέγξουν την ίδια τους τη ζωή.

Αρκετά από τα παραπάνω καταγράφηκαν και από τη World Values Survey για την Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια βαθμιαία στο χρόνο υποχώρηση της δημοκρατικότητας στην Ελλάδα η οποία δεν συντελέστηκε από τη μια στιγμή στην άλλη. Αφορά τα πεπραγμένα και τις παραλείψεις όλων των κυβερνήσεων από το 2010. Μέσα σε 9 χρόνια εκτός από ένα τεράστιο μέρος του ΑΕΠ έχει τρωθεί και σημαντικό δημοκρατικό κεκτημένο η αποκατάσταση του οποίου επείγει να αρχίσει άμεσα. Έτσι κι αλλιώς απαιτεί εντατική προεργασία και θα πάρει αρκετό χρόνο να αποδώσει για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος.

4 + 1 ερωτήματα για την κυβέρνηση μειοψηφίας

Επανήλθε το σενάριο για κυβέρνηση μειοψηφίας μετά τη βέβαιη αποχώρηση των ΑΝΕΛ από την κυβέρνηση σε περίπτωση που υπερψηφιστεί από τη Βουλή η συμφωνία των Πρεσπών. Επειδή μέσα στο γενικότερο κλίμα πόλωσης και σύγχυσης που επικρατεί εκφράζονται υπερβολές και φόβοι που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, θα επιχειρήσω να θέσω και να απαντήσω 3 +1 ερωτήματα για την κυβέρνηση μειοψηφίας. Πάμε λοιπόν:

Τι είναι;

Κυβέρνηση μειοψηφίας έχουμε όταν ένα κόμμα ή συνασπισμός ή συμμαχία κομμάτων κυβερνά χωρίς να έχει την πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Το φαινόμενο της κυβέρνησης μειοψηφίας εμφανίζεται είτε αμέσως μετά τις εκλογές – όπως συνέβη το 2017 στη Μεγάλη Βρετανία, είτε στη διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου μετά από πτώση της κυβέρνησης – όπως στην Ισπανία το 2018 ή και στο Βέλγιο όπου η κυβέρνηση έχασε την πλειοψηφία. Μια κυβέρνηση μειοψηφίας παραμένει στην εξουσία για όσο διάστημα κατορθώνει να υπερψηφίζει νομοσχέδια με την υποστήριξη ή την ανοχή κομμάτων και βουλευτών στη Βουλή υπό την προϋπόθεση ότι η μη εμπιστοσύνη της Βουλής δεν διαπιστώνεται σε ψηφοφορία για πρόταση δυσπιστίας. Σε αυτό το ενδεχόμενο η κυβέρνηση μειοψηφίας πέφτει και σχηματίζεται νέα από την παρούσα ή την επόμενη Βουλή.

Είναι νόμιμη;

Απολύτως. Αυτή τη στιγμή κυβερνήσεις μειοψηφίας έχουμε ακόμα στις πιο προηγμένες φιλελεύθερες δυτικές δημοκρατίες όπως η Δανία στην οποία οι περισσότερες κυβερνήσεις από το 1982 είναι τέτοιου τύπου. Στην μεταπολιτευτική Ελλάδα δεν έχει εμφανιστεί ακόμα κυβέρνηση μειοψηφίας. Ωστόσο, το Σύνταγμά μας στο άρθρο 84 για την αρχή της δεδηλωμένης, στην παράγραφο 6, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο κυβέρνησης μειοψηφίας καθώς προβλέπει ότι η πρόταση εμπιστοσύνης μπορεί να γίνει αποδεκτή αν συγκεντρώσει έστω και 120 ψήφους. Σε αυτό το σημείο η λογική του Συντάγματος τάσσεται υπέρ της κυβερνητικής σταθερότητας.

Είναι πιθανή;

Περισσότερο από ποτέ άλλοτε στο παρελθόν καθώς συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αποχώρησης των ΑΝΕΛ και της διαφαινόμενης υπερψήφισης της συμφωνίας των Πρεσπών σε Σκόπια και Αθήνα. Βέβαια, λόγω του πρωθυπουργοκεντρικού πολιτικού συστήματος η πρωτοβουλία των κινήσεων ανήκει στον κ. Τσίπρα. Επομένως το αν οδηγηθούμε σε κυβέρνηση μειοψηφίας θα εξαρτηθεί από τη στάθμιση για τον καταλληλότερο χρόνο των εκλογών που θα κάνει ο πρωθυπουργός.

Είναι επικίνδυνη;

Ας σταματήσει κάποτε ο πλειοδοτικός διαγωνισμός κινδυνολογίας. Οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν υπονομεύονται από την τυπική εφαρμογή των Συνταγματικών διατάξεων. Η λειτουργία των θεσμών υποσκάπτεται από την καθημερινή δηλητηρίαση του πολιτικού κλίματος με δραματοποιημένες, υπερβολικές και εμπρηστικές δηλώσεις που διχάζουν τους πολίτες, τροφοδοτούν τον αριστερό και δεξιό λαϊκισμό και τελικά εμπεδώνουν την κρίση εμπιστοσύνης στη δημοκρατία προς όφελος των πραγματικών της εχθρών.

Ποιόν συμφέρει;

Η εύκολη απάντηση είναι τον Τσίπρα. Ο πρωθυπουργός, κατά τα φαινόμενα, θα ξεφορτωθεί τον Καμμένο και τους ΑΝΕΛ. Θα παρατείνει τη διάρκεια ζωής μιας νέας και – πιθανώς- προοδευτικότερης σύνθεσης κυβέρνησης  μέχρι το φθινόπωρο εφόσον το επιθυμεί. Θα επιχειρήσει να καταστεί ο ίδιος το επίκεντρο κάθε προσπάθειας ανασυγκρότησης των δυνάμεων μιας αντιδεξιάς παράταξης για την επόμενη μέρα των εκλογών. Ναι; Όχι ακριβώς. Τα τελευταία δείγματα γραφής στη λειτουργία της κυβέρνησης από τα πιο σημαντικά όπως η διαχείριση κρίσεων (Φωτιά στο Μάτι), τα μεσαίας σημασίας (χρίσμα σε μέτριους και αμιγώς κομματικούς υποψηφίους στους Δήμους της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης) έως τα χαμηλής σημασίας ζητήματα (επίσκεψη Τσίπρα στο μετρό Θεσσαλονίκης) έχουν απογοητεύσει και σπείρει τις αμφιβολίες και στους ίδιους του τους οπαδούς. Επομένως δεν είναι καθόλου βέβαιο σε τι θα ωφελήσει η παράταση ζωής μιας κυβέρνησης που εκφυλίζεται χωρίς συμμάχους, και δίχως την πλειοψηφική ευχέρεια να νομοθετεί.